Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

Ἁγιολόγιον - Ἰούλιος 08



Ὁ Ἅγιος Προκόπιος ὁ Μεγαλομάρτυς
Γεννήθηκε στὴν Ἱερουσαλήμ, ἀπὸ πατέρα χριστιανό, ποὺ ὀνομαζόταν Χριστοφόρος, καὶ μητέρα εἰδωλολάτρισσα, τὴν Θεοδοσία. Ὅταν μεγάλωσε ὁ Προκόπιος, ἡ μητέρα του κατάφερε, ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς (290) πῆγε στὴν Ἀντιόχεια, νὰ τὸν κάνει δούκα Ἀλεξανδρείας. Καὶ μάλιστα, τοῦ ἀνέθεσαν τὸ διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν. Ὅμως, τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου ἦταν ἄλλο. Ἐνῷ κάποια νύκτα βάδιζε μὲ τὴν συνοδεία του, εἶδε σταυρὸ κρυστάλλινο καὶ ἄκουσε φωνὴ νὰ τοῦ λέει: «ἐγὼ εἰμὶ ὁ ἐσταυρωμένος Ἰησοῦς, ὁ τοῦ Θεοῦ Υἱός». Ἔκπληκτος ἀπὸ τὸ ὅραμα καὶ τὴν φωνή, διέκοψε τὴν συγκεκριμένη πορεία του καὶ πῆγε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὄχι πλέον σὰν διώκτης, ἀλλὰ εὐαγγελιζόμενος τὸ Χριστό. Ὅταν τὸ ἔμαθε ἡ μητέρα του, τὸν κατήγγειλε στὸν ἔπαρχο Οὐλκίωνα ὅπου ὁ Προκόπιος ὁμολόγησε ὅτι εἶναι χριστιανός. Τότε ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια, καὶ μισοπεθαμένος ρίχτηκε στὴ φυλακή. Ἔπειτα τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τὸν ὁδήγησαν σὲ εἰδωλολατρικὸ ναό, νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀμέσως ἡ σκέψη τοῦ Προκοπίου σκίρτησε στὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς, «ὅτι οὐδὲν εἴδωλον ἐν κόσμῳ, καὶ ὅτι οὐδεὶς θεὸς ἕτερος εἰ μὴ εἷς». Δηλαδή, κανένα εἴδωλο δὲν ἔχει ὕπαρξη πραγματικὴ στὸν κόσμο καὶ κανένας ἄλλος θεὸς δὲν ὑπάρχει, παρὰ μόνο ἕνας, ὁ ἀληθινὸς Θεός. Ἔτσι σκεπτόμενος καὶ προσευχόμενος ὁ Προκόπιος, γκρέμισε τὸ ναό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψει ἡ μητέρα του καὶ ἄλλοι πολλοί. Τελικά, ἀμετακίνητος στὴν πίστη του, ἀποκεφαλίστηκε ἀπὸ τὸν διάδοχο τοῦ Οὐλκίωνος, Φλαβιανό.

Ἡ Ἁγία Θεοδοσία, μητέρα του Ἁγίου Προκοπίου
Πρώην εἰδωλολάτρισσα, ἡ ὁποία, ἀπὸ τὰ θαύματα καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ γιοῦ της, ἐπέστρεψε στὸν Χριστὸ καὶ μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Οἱ Ἅγιες 12 Γυναῖκες Συγκλητικές
Οἱ Ἅγιες αὐτὲς προσῆλθαν στὸν Χριστιανισμὸ ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Προκοπίου καὶ μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Οἱ Ἅγιοι Ἀντίοχος καὶ Νικόστρατος οἱ Τριβούνιοι
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Προκόπιο.

Οἱ Ἅγιοι Ἀβδᾶς (ἢ Αὔδας) καὶ Σάββας
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, μᾶλλον μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Προκόπιο.

Ὁ Ὅσιος Θεόφιλος ὁ Ἁγιορείτης
Ὁ Ὅσιος αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ζίχνη τῆς Μακεδονίας καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους. Ἀνατράφηκε δὲ ἀπ᾿ αὐτούς, σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Στὰ γράμματα ἦταν εὐφυὴς καὶ ἰκανότατος. Ἔγινε μοναχός, κατόπιν Ἱερέας καὶ ἀπὸ τότε περιφερόταν σὲ διάφορους τόπους διδάσκοντας μὲ τὸ παράδειγμά του στοὺς χριστιανοὺς τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Τελικὰ τὸ 1548, κατέληξε στὸν Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ἀσκήτευσε στὸ κελλὶ τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, ποὺ βρίσκεται στὰ ὅρια τῆς Μονῆς Παντοκράτορας. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ τὸ ἅγιο λείψανό του ἀνέβλυσε εὐωδιαστὸ μύρο. (Λεπτομέρειες τῆς βιογραφίας του, βλέπε στὸ Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου).

Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ νέος ἱερομάρτυρας
Καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῶν Ἰωαννίνων, ποὺ ὀνομαζόταν Ἅγιος Βλάσιος. Ὁ Ἀναστάσιος ἦταν ἐφημέριος σὲ κάποια ἐκκλησία κοντὰ στὴν Κωνσταντινούπολη. Εἶδε ἀπὸ κοντὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Παπα - Κωνσταντίνου τοῦ Ρώσου καὶ ἀπὸ τότε κυριολεκτικὰ τὸν κατέλαβε ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου. Κάποτε λοιπόν, συνέβη νὰ εἶναι παρὼν στὴ διδασκαλία ὑπὲρ τῆς μωαμεθανικῆς θρησκείας, κάποιου ἐξωμότη Ἱερομονάχου, τυφλοῦ, Κύπριου στὴν καταγωγή. Τότε οἱ παρευρισκόμενοι Τοῦρκοι, παρότρυναν καὶ τὸν Ἀναστάσιο νὰ γίνει Τοῦρκος. Ὁ Ἀναστάσιος, ὅταν ἄκουσε αὐτό, ἤλεγξε μὲ θάῤῥος τὸν γέροντα ἐξωμότη, ἀλλὰ καὶ τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Καὶ κατόπιν κήρυξε μπροστὰ σ᾿ ὅλους τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Τότε ἀμέσως τὸν ἔσυραν βίαια στὸν κριτή, καταδικάστηκε σὲ θάνατο καὶ ἀποκεφαλίστηκε στὶς 8 Ἰουλίου 1743.

Ὁ Ἅγιος Προκόπιος ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς
Ὁ ἐν Οὐστούζῃ, ὁ θαυματουργὸς (Ῥῶσος) (+ 1303).

Ὁ Ἅγιος Προκόπιος ὁ ἐφορκιστὴς
Ἡ μνήμη του ἁγίου αὐτοῦ δὲν συναντᾶται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου. Ἀναγράφεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye ἔτσι: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ (Ἰουλίου 8) ἄθλησις τοῦ ἁγίου Προκοπίου τοῦ ἐφορκιστοῦ, τοῦ ἐν Καισαρείᾳ τῆς Παλαιστίνης». Προφανῶς εἶναι ἄλλος συνώνυμος τοῦ μεγαλομάρτυρα Προκοπίου καὶ πιθανὸν ὁ ἴδιος μ᾿ αὐτὸν τῆς 22ας Νοεμβρίου.

Ὁ Ἅγιος Προκόπιος τοῦ Οὔσια Βόλογκντα (Ῥῶσος)
Διὰ Χριστὸν σαλός.


Πέμπτη 4 Ιουλίου 2013

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


·         Ἡ Ἁγία Κορίλλα


«Ζηλοῦτε τὰ πνευματικά». Νὰ ἐπιθυμεῖτε μὲ ζῆλο τὰ πνευματικὰ χαρίσματα. Τέτοιο ζῆλο σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ εἶχε καὶ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας. Ἀπὸ τοὺς μεγάλους ἐκκλησιαστικοὺς ποιητὲς ὁ Ἀνδρέας, γεννήθηκε στὴ Δαμασκὸ ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸ Γεώργιο καὶ τὴν Γρηγορία. Σὲ ἡλικία 15 χρονῶν, κατατάχθηκε στὸν κλῆρο (ἀναγνώστης) τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου τῶν Ἱεροσολύμων, ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Θεόδωρο. Στὴν Ἱερουσαλήμ, ὁ Ἀνδρέας διακρίθηκε γιὰ τὴν μόρφωση καὶ τὴν ἀρετή του μεταξὺ τῶν ἁγιοταφιτῶν πατέρων, γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν προέκριναν νὰ σταλεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ τὴν ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο κατὰ τῶν Μονοφυσιτῶν. Μετὰ τὸ τέλος τῆς Συνόδου, ὁ Ἀνδρέας παρέμεινε στὴ βασιλεύουσα, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος καὶ διορίσθηκε διευθυντὴς τοῦ ὀρφανοτροφείου « Ἅγιος Παῦλος». Ἡ ἔξοχη ἐπιμέλεια ποὺ ἀνέπτυξε στὸ φιλανθρωπικὸ αὐτὸ ἵδρυμα, τὸν ἀνέδειξε ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης. Ἀφοσιωμένος στὰ καθήκοντα τῆς νέας του θέσης, ἀναδείχθηκε μέγας ἐκκλησιαστικὸς διοικητής, ἀλλὰ καὶ λαμπρὸς διδάσκαλος καὶ ρήτορας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅλο του τὸ ποίμνιο τὸν θεωροῦσε πραγματικὰ πατέρα. Ἀλλ᾿ ὡς μητροπολίτης πῆρε μέρος στὴ σύνοδο ποὺ συγκάλεσε ὁ Φιλιππικὸς Βαρδάνης (712) καὶ ὑποστήριξε τὸν Μονοφυσιτισμό, ἀλλ᾿ ἐπανῆλθε στὴν ὀρθὴ πίστη μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Βαρδάνη. Στὸ γυρισμὸ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου εἶχε πάει γιὰ διάφορες ὑποθέσεις, πέθανε (740μ.Χ.) ἐπάνω στὸ καράβι. Τὸν ἔθαψαν στὴν Ἐρεσὸ τῆς Μυτιλήνης, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Νὰ σημειώσουμε ἐπίσης, ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, συνέθεσε καὶ ἀρκετὰ μουσικὰ τροπάρια καὶ κανόνες. Ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαία ἔργα τοῦ εἶναι καὶ ὁ Μέγας Κανόνας, ποὺ ψάλλεται τὴν Πέμπτη της Ε´ ἑβδομάδος Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.


Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κυρήνη τῆς Λιβύης. Ἦταν ἀντιγράφος ἱερῶν βιβλίων, ποὺ τὰ μοίραζε στὶς ἐκκλησίες γιὰ τὸν φωτισμὸ τῶν πιστῶν. Τὸν κατάγγειλε ὁ ἴδιος ὁ γιός του Λέων, στὸν τοπικὸ ἡγεμόνα Διγνιανό, ὅτι προσηλυτίζει πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴ χριστιανικὴ πίστη μὲ τὰ βιβλία του. Τότε τὸν προσκάλεσε ὁ ἡγεμόνας καὶ ὁ Θεόδωρος παρουσιάστηκε μπροστά του, συνοδευόμενος ἀπὸ πολλοὺς χριστιανούς, μεταξὺ δὲ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ Ἁγίες Κυπρίλλα, Ἀρόα καὶ Λουκία. Ὁ ἡγεμόνας τοῦ ζήτησε νὰ παραδώσει τὰ βιβλία του καὶ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, ἀλλ᾿ ὁ Θεόδωρος δὲν ὑπάκουσε στὴ διαταγὴ τοῦ ἡγεμόνα καὶ ἔτσι ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια. Στὴν ἀρχὴ τὸν μαστίγωσαν ἀνελέητα, κατόπιν τὸν σταύρωσαν καὶ στὴ συνέχεια ἔξυσαν τὶς πληγές του μὲ δέρματα. Ἔπειτα ἀφοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα του, τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. (Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτοῦ ἐν τῷ μαρτυρείῳ τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοδώρου ἐν τῷ Ρησίῳ).


Ἡ ἁγία Κυπρίλλα, καταγόταν ἀπὸ τὴν ἴδια πατρίδα, μ᾿ αὐτὴ τοῦ ἁγίου Θεοδώρου ἐπισκόπου Κυρήνης, δηλαδὴ τὴν Κυρήνη. Παντρεύτηκε καὶ ἔζησε μὲ τὸ σύζυγό της μόνο δυὸ χρόνια. Διότι αὐτὸς πέθανε καὶ ἔτσι ἔμεινε χήρα 28 χρόνια. Ἐπειδὴ ὅμως εἶχε φοβεροὺς πονοκεφάλους, πῆγε στὸν ἅγιο Θεόδωρο, ποὺ τότε ἦταν φυλακισμένος γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν θεράπευσε. Ἀπὸ τότε ἡ Κυπρίλλα, μαζὶ μὲ τὴν Λουκία καὶ τὴν Ἀρόα, ἔμεινε ἐκεῖ καὶ ὑπηρετοῦσε τὸν Ἅγιο. Μετὰ τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ ἁγίου Θεοδώρου, καταγγέλθηκε στὸν ἡγεμόνα καὶ ἡ Κυπρίλλα. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ δὲν κατόρθωσαν νὰ τὴν κάνουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, τὴν κρέμασαν σ᾿ ἕνα ξύλο, ὅπου τῆς ξέσχισαν τὶς σάρκες, καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν μακάρια ψυχή της. Τὸ τίμιο λείψανό της παρέλαβαν καὶ ἔθαψαν μὲ τιμὲς ἡ Λουκία καὶ ἡ Ἀρόα. Ἀργότερα ὁ ἡγεμόνας Διγνιανὸς θανάτωσε καὶ τὶς δυὸ αὐτὲς γυναῖκες.


Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ἦταν στολισμένη μὲ πολλὲς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ γέννησε τὸν Ἅγιο Συμεὼν κατόπιν ἐπαγγελίας τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ. Ὑπῆρξε σὲ μεγάλο βαθμὸ φιλάνθρωπη καὶ βοήθησε τὸν πλησίον ἀπεριόριστα. Ὅταν ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἐνταφιάστηκε στὴ Δάφνη τῆς Ἀντιοχείας. Ἀργότερα, λέγεται, ὁ γιός της μετέφερε τὸ ἅγιο λείψανό της κοντὰ στὸν στῦλο ὅπου ἀσκήτευε. Ἐκεῖ μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἁγίου γιοῦ της, ὁ τάφος της θαυματουργοῦσε. (Ἡ μνήμη τῆς φέρεται καὶ κατὰ τὴν 1η Σεπτεμβρίου).


Μαρτύρησε διὰ ξίφους.


Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη της.


Σύμφωνα μὲ τὴν ἄποψη τοῦ Μ. Γαλανοῦ, πρόκειται γιὰ τὸν Δονᾶτο ἐπίσκοπο Arerro τῆς Ἐτρουρίας. Οἱ γονεῖς του εἶχαν πεθάνει καὶ αὐτοὶ γιὰ τὸν Χριστό, ὁ δὲ γιός τους, μαζὶ μὲ κάποιο μοναχὸ Ἱλαρίωνα, εἶχε καταφύγει στὴ προαναφερθεῖσα συγκεκριμένη πόλη, τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε ποιμενάρχης. Ἐπὶ διωγμοῦ ὅμως, ποὺ κίνησε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, ὁ ἔπαρχος Κουαδρατιανὸς διέταξε καὶ τοὺς δυὸ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐκεῖνοι ὄχι μόνο ἀρνήθηκαν, ἀλλὰ καὶ διαμαρτυρήθηκαν ἔντονα στὶς δημόσιες ἀρχὲς γι᾿ αὐτή τους τὴν πλάνη. Τότε τὸν μὲν Ἱλαρίωνα χτύπησαν μὲ ραβδιὰ μέχρι θανάτου, τὸν δὲ Δονάτο μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια ἀποκεφάλισαν. Τὰ ἁγία λείψανά τους παρέλαβαν οἱ χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, ὅπου εἶχαν ἀφεθεῖ, καὶ τὰ ἔθαψαν μὲ τιμές.


Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται, μαζὶ μὲ αὐτὴ τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, στὸν Βατοπεδινὸ Κώδικα μὲ κοινὴ Ἀκολουθία (βλ. Δημητριεύσκη τυπικὰ Β´ σελ. 754).
73690ce1-46b0-4def-bdeb-1fed6c280806
Y2:73690ce1-46b0-4def-bdeb-1fed6c280806




ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ 

Επ' ευκαιρίας τής Εορτής του εν Αγίοις Πατρός ημών Ανδρέου Αρχιεπισκόπου Κρήτης τού Ιεροσολυμίτου , καί τής εικόνος η οποία κοσμεί τό Τέμπλον του Ιερού Ναού μας , ετελέσθη Ιερά Αγρυπνία (η οποία ήρχισε με Πανηγυρικόν Εσπερινόν ακολούθως μέ Όρθρον καί ΄τέλος Πανηγυρικήν θείαν λειτουργίαν μετ' Αρτοκλασίας ), γιά πρώτη φορά χθές, ημέρα Τετάρτην 03 μηνός Ιουλίου πρός ημέραν Πέμπτη 04  μηνός ε.ε. καί περί ώραν 10ην νυκτερινήν πρός 01ην πρωίνήν τής επομένης , με ικανοποιητικόν πλήρωμα πιστών τής ενορίας μας,  είς τήν οποίαν ελάμπρυνον μετά τών Ιεροψαλτικών ικανοτήτων των οι Ιεροψάλτες του Ιερού ναού μας κκ Ανθιμος Μάντζιος - Πρωτοψάλτης αυτού καί Πολυχρονόπουλος Θεόδωρος - Λαμπαδάριος τού Ιερού Ναού μας.