Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2014


 


ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ 16/2/2014

          Τό τι είναι αυτό , αγαπητοί μου αδελφοί, πού κάνει τον άνθρωπο, να αφήνει τον δρόμο της αμαρτίας , και να επιστρέφει στον δρόμο της αρετής και κατά συνέπεια στον δρόμο του Χριστού; Αυτό  το βλέπουμε πολύ καθαρά στην σημερινή Ευαγγελική Παραβολή , την επονομαζόμενη και Παραβολή του Ασώτου. 

            Όπως, σημειώνει, και ό Ευαγγελιστής Ιωάννης όταν μιλούσε  δημόσια ό Κύριος , όλοι όσοι τον άκουγαν αυθόρμητα, έλεγαν «Ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος ως ούτως ό άνθρωπος » (Ιωάν. 7, 46).

            Πόσοι, όμως, ήταν τότε, αυτοί πού τον άκουγαν όχι μόνον με τά αυτιά τού σώματος , αλλά και με τά ώτα της ψυχής τους; Πόσοι από αυτούς άλλαξαν, και επέστρεψαν στην ευθεία οδό; Λίγοι , η απάντηση, ήταν αυτοί πού έκαναν πράξη τά λόγια του Χριστού. Και ή ερώτηση, Τι ήταν αυτό που συνέβαινε σε όλους αυτούς ; Ποιο ήταν το μυστικό τους;

            Το μυστικό λοιπόν , της επιστροφής αυτών των τόσο λίγων στον ίσιο δρόμο ήταν ότι αυτοί δεν έμεναν απλά στον θαυμασμό, αλλά στο ότι βύθιζαν το βλέμμα τους στην καρδιά τους ,  παρατηρούσαν την δική τους κατάντια αλλά και αθλιότητα τους, έκαναν την αυτοεξέταση και κριτική στον εαυτό τους.

 Έβλεπαν Εκείνον απέναντί τους πού δόλος δεν ειπώθηκε ποτέ από το δικό Του στόμα, που ο ωκεανός της ανεξάντλητης αγάπης Του πονούσε και πονάει μπροστά στην ανθρώπινη δυστυχία. Την ιδανική μορφή . Και αυτοί τι ήτανε μπροστά Του; Ελεεινοί αλλά και τρισάθλιοι. Εκείνος η Κορυφή, εκείνοι η άβυσσος της κακίας και της διαφθοράς. Αυτή ή τρομακτική απόσταση που τους χώριζε, τους συγκλόνιζε , και ταυτόχρονα τους έκανε να αφήσουν τά χαμηλά και γήινα και προσωρινά, να ελκύονται από το μεγαλείο Του, για να γίνουν μικρόχριστοι επί της γής, σε αντίθεση με τους πολλούς που ενώ θαύμαζαν Το Χριστό δεν μπορούσαν να στρέψουν το βλέμμα τους προς τον εσωτερικό τους κόσμο, και να δουν και να αναγνωρίσουν την δική τους αθλιότητα. Αν λοιπόν το έστρεφαν τότε, και μόνον τότε θα Τους έκανε να πάρουν ταπεινωμένοι τον δρόμο της επιστροφής και σωτηρίας τους.

Άς δούμε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της επιστροφής. Πρώτο και τρανταχτό παράδειγμα, από την πόλη της Ιεριχούς , ο Τελώνης Ζακχαίος, που υπό το βάρος των τύψεων της συνειδήσεώς του, κατάφερε να ξυπνήσει κυριολεκτικά από τον «λήθαργό του», να πετάξει λίγο πάνω από το χώμα, και την ύλη, ανεβαίνοντας στην συκομορέα, να αντικρίσει τον Χριστόν και να συγκλονιστεί, υπερβαίνοντας εαυτόν και να επιστρέψει.

Άλλο παράδειγμα στην προηγούμενη Ευαγγελική παραβολή του Τελώνου και Φαρισσαίου , ό Τελώνης , πού αναλογιζόμενος τά βάρη των αμαρτιών του, χτυπώντας με μανία το στήθος του και την καρδιά του, με τά  δυο του τά χέρια, δηλαδή  την έδρα των πονηρών επιθυμιών του, το κίνητρο των αμαρτιών του, να τα αναλογίζεται όλα αυτά και να αναφωνεί με ολόθερμη προσευχή που βγαίνει από τά βάθη της ψυχής του «Ο Θεός ηλασθιτί μοι τώ αμαρτωλώ» εν αντιθέσει με τον αλαζόνα και υπερόπτην Φαρισσαίο.

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα η Σαμαρείτιδα, η μετέπειτα αγία Φωτεινή, που μέσα από τον διάλογό της με τον Χριστό και την Υψηλή Του διδασκαλία προς αυτήν, τρομάζει, συγκλονίζεται, αναγνωρίζει την δική της αθλιότητα και νιώθει ψυχικό και σωματικό ράκος.

Βλέπει τον δικό Του φωτεινό ήλιο και Φώς  να καταδέχεται να φωτίζει τον δικό της προσωπικό βόρβορο, και σκοτάδι, και έτσι μέσα από αυτό σκηνικό να μας αποκαλύπτεται για μια ακόμα φορά το μυστικό και της δικής μας επιστροφής, που δεν είναι τίποτα άλλο από την αναγνώριση από εμάς, την συναίσθηση της μηδενικότητας της ψυχής μας απέναντι στον Θεό.

Μην μένουμε όμως εκεί, και στην σημερινή Ευαγγελική παραβολή, χαρακτηριστικό παράδειγμα μετανοίας και επιστροφής αλλά και αποκαλύψεως του μυστικού τρόπου επιστροφής όλων μας στον ίσιο δρόμο είναι ό ίδιος ό άσωτος υϊός. Είναι αυτός πού σπαταλαέι σε ασωτίες και κραιπάλες  το μερίδιο της πατρικής περιουσίας, του τελειώνουν τα χρήματα, παίρνει τον κατήφορο, που τρώει τά ξυλοκέρατα που τρώνε και οι χοίροι, όμως, συνέρχεται, συναισθηματικά συντετριμμένος, κλαίει, αναπολεί το μεγαλείο της πατρικής του οικίας, έχει μπροστά στα μάτια του όμως την δική του σωματική κατάντια και αθλιότητα. Συγκλονίζεται, αναπολεί όλα τά παραπάνω, και εκεί είναι που ευρίσκεται το ταραγμένο του μυαλό μεταξύ μεγαλείου και αθλιότητας, εκεί βρίσκει το θάρρος και την δύναμη και αποφασίζει την  επιστροφή στην πατρική οικία.

Από τά χαρακτηριστικά αυτά παραδείγματα, εμείς, θα πρέπει να καταλάβουμε, να κρατήσουμε αλλά και να κατανοήσουμε ότι, το μυστικό της επιστροφής μας στον ίσιο δρόμο, ευρίσκεται σε δυο βασικά σημεία: Πρώτον τον θαυμασμό της Πίστεώς μας και Δεύτερον την αναγνώριση της δική μας αθλιότητας αλλά και την δική μας αυτομεμψία.       

 

Η ίδια η θρησκεία μας , η θρησκεία του Ιησού Χριστού μας, διέπεται από μεγαλείο, έχει δε και ύψος θαυμαστό. Μέσα σε αυτήν ακούγεται περίτρανα το : «Αγαπάτε αλλήλους» (Ιωάνν. 13,34 & 15,12) αλλά και γίνεται αναφορά στην βασιλεία του Θεού, πού δεν είναι άλλη από αυτή της Δικαιοσύνης , της Αδελφοσύνης, αλλά και της Ειρήνης.

Πρέπει, όμως, και είναι ωφέλιμο, να μένουμε , σ’ αυτόν και μόνον τον θαυμασμό; Φυσικά, και Όχι! Θα πρέπει , και εμείς να στρέψουμε την προσοχή μας, στην  ενδελεχή και προσεκτικότερη παρατήρηση και εξέταση του εαυτού μας, να μπορέσουμε να ανακαλύψουμε την αθλιότητά μας, και αναλογιστούμε την απόσταση την οποία μας χωρίζει από το μεγαλείο του Χριστού, και σιγανά και σταθερά βήματα όπως ο Άσωτος Υϊός, να γυρίσουμε πίσω.

Η απόφασή μας, αυτή, δεν θα είναι χωρίς συνέπειες. Θα μας δημιουργήσει ανησυχίες, σοβαρές σκέψεις, θα βοηθήσει εμάς και θα γεννήσει στον εσωτερικό μας κόσμο την ώθηση προς τον δρόμο της επιστροφή μας, για να βρεθούμε στον εναγκαλισμό της πατρικής οικίας που είναι πάντοτε έτοιμη να μας δεχθεί εάν πραγματικά εμείς το θελήσουμε. Τά μυστικά λοιπόν της επιστροφής μας προς Αυτόν είναι ο θαυμασμός προς τον Χριστό, αλλά και η δική μας αυτομεμψία.

Υπάρχει όμως, σήμερα, θαυμασμός αυτού του μεγαλείου Του Χριστού, αλλά και της πίστεώς μας; Άς δούμε παλαιότερα τι γινόταν; Οί άνθρωποι της εποχής του τον θαύμαζαν, Μετά οι άνθρωποι θαύμαζαν τους Αγίους , τους Μάρτυρες και τους Πατέρες της Εκκλησίας, οι πρόγονοί μας, μελετούσαν τους βίους των αγίων, θαύμαζαν τις αρετές τους, αλλά και το μαρτύριό τους. Σήμερα εμείς τι θαυμάζουμε; Μήπως η Εκκλησίας μας έχει σήμερα λιγότερη δύναμη και από ότι παλαιότερα; Φυσικά και Όχι! Το λέει καθαρά και ξάστερα προς όλες τις κατευθύνσεις: «Ο Χριστός χθές και σήμερον, ο αυτός, και είς τους αιώνας» (Εβρ. 13,8) 

Κι’ όμως, παρ’ όλα αυτά, αυτός ο θαυμασμός για την πίστη μας, μειώθηκε, ή στην χειρότερη των περιπτώσεων έπαψε να υπάρχει. Δυστυχώς, θαυμάζουμε πράγματα, ανούσια και εφήμερα, ασπαζόμαστε θεωρίες ανθρώπινες πού βρίθουν λαθών, πρότυπα διεφθαρμένα μικρά και ασήμαντα κα ι που κάνει όλους εμάς, θαυμάζοντάς τα, να αποκαλούμαστε γενεά πονηρή αλλά και διεστραμμένη. Έπαψε για τους περισσότερους από εμάς, ο θαυμασμός για την θρησκεία μας, η ενδοσκόπηση της δικής μας εσωτερικής αθλιότητας, και δυστυχώς, η αμαρτία που δια κατέχει την εποχή μας δεν ανησυχεί σχεδόν κανένα μας. Πόρρωση άνευ προηγουμένου επικρατεί στις συνειδήσεις των περισσοτέρων από εμάς, και δυστυχώς συνέπεια αυτών είναι, ότι το ποίμνιο του Χριστού, γίνεται πιο μικρό μέρα με την ημέρα .

Η έλλειψη θαυμασμού προς την θρησκεία μας, και η έλλειψη αυτοεξέτασης είναι τα αίτια της απομακρύνσεώς μας από τον δρόμο του θεού. Αυτό πρέπει να ευρίσκεται στο μυαλό όλων μας.

Αυτή ή ημέρα ας γίνει ή αιτία για όλους εμάς να ευχηθούμε και να προσευχηθούμε, να ανακαλύψουμε ατά τά μυστικά, για τον δρόμο της επιστροφής, ώστε μαζί με τον Άσωτο Υϊόν , να αναφωνήσουμε και εμείς «Αναστάντες πορευσόμεθα πρός τον Πατέρα » (Λουκ. 15,8). Αμήν!

 

   .

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014


Ο ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ



«Ο άγιος Μελέτιος, λόγω της πολύ μεγάλης αρετής του και της καθαρής αγάπης του στον Χριστό, έγινε επιθυμητός από πολλούς τόσο πολύ, ώστε από την πρώτη ημέρα της χειροτονίας του που εισήλθε στην Αντιόχεια, ο κάθε πιστός κινούμενος από πόθο γι’ αυτόν τον καλούσε στην οικία του, πιστεύοντας ότι ο άγιος θα την αγιάσει με την είσοδό του. Δεν συμπλήρωσε τριάντα ημέρες στην πόλη και εκδιώχθηκε από τους εχθρούς της αλήθειας, διότι παρασύρθηκε τότε ο βασιλιάς και βεβαίως  ο Θεός επέτρεψε αυτό. Όταν επανήλθε μετά την παράνομη εκείνη δίωξη, έμεινε περισσότερο από δύο έτη στην Κωνσταντινούπολη. Και πάλι ο βασιλιάς με γράμματα τον καλεί όχι κάπου κοντά, αλλά στη Θράκη. Το ίδιο συνέρρευσαν εκεί και άλλοι επίσκοποι από πολλά μέρη, που κλήθηκαν κι αυτοί με βασιλικά γράμματα, επειδή οι Εκκλησίες, που βγήκαν από δοκιμασίες σαν από μακρύ χειμώνα, άρχισαν να ειρηνεύουν και να γαληνεύουν. Τότε δε ο μέγας αυτός Μελέτιος, αφού εγκωμιάστηκε από όλους, άφησε την ψυχή του στα χέρια του Θεού και αναπαύτηκε με ειρήνη σε ξένη γη. Αυτόν τον μακάριο και ο τίμιος Χρυσόστομος και ο Γρηγόριος ο Νύσσης τον τίμησαν με εγκώμια».

 

Δύο είναι τα σημεία στα οποία κινείται η εκκλησιαστική υμνογραφία της ημέρας, διά γραφίδος Θεοφάνους του ποιητού: η ορθόδοξη πίστη του αγίου Μελετίου, γεγονός όχι τόσο αυτονόητο για την Αντιόχεια της τότε εποχής (4ος μ.Χ. αιώνας) η αγιασμένη ζωή του. Ο άγιος Μελέτιος πράγματι, χωρίς να είναι μεγάλος θεολόγος, κατά την εκτίμηση των Πατρολόγων, υπήρξε άνθρωπος που γρήγορα ασπάστηκε το ορθό δόγμα της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325), έγινε διαπρύσιος κήρυκας της αλήθειας περί της Αγίας Τριάδος  και προετοίμασε το έδαφος για την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (381). Το ορθόδοξο αισθητήριό του και ο αγώνας του για την ορθοδοξία κατανοείται σωστά, όταν λάβει κανείς υπόψη του ότι η Αντιόχεια στην εποχή του σπαρασσόταν από εκκλησιαστική πολυαρχία, την οποία προσπάθησαν με μεγάλο αγώνα να ξεπεράσουν αναστήματα εκκλησιαστικά της περιωπής του Μεγάλου Αθανασίου και του Μεγάλου Βασιλείου. Ο άγιος Μελέτιος λοιπόν κήρυσσε ό,τι ο Μ. Αθανάσιος και ο Μ. Βασίλειος είχαν αγωνιστεί να δείξουν στην Εκκλησία – τη γνήσια αποστολική παράδοση – κάτι που ακριβώς σ’ ένα μεγάλο ποσοστό με τους ύμνους δείχνει ο άγιος Θεοφάνης.

 

«Επειδή έγινες κατά χάρη υιός Θεού, δεν υποβίβασες σε κτίσμα χωρίς φρόνηση τον εκ Θεού Θεό Λόγο, αλλά Τον δόξασες ως συνάναρχο και σύνθρονο με τον Πατέρα, Δημιουργό και Κτίστη όλων των δημιουργημάτων, θεόληπτε» («Υιοθετούμενος  Θεώ,  τον εκ Θεού Θεόν Λόγον ου κατήγαγες εις κτίσιν αφρόνως, αλλ’ εδόξασας Πατρί συνάναρχον και σύνθρονον, Δημιουργόν και Κτίστην των γεγονότων, θεόληπτε») (ωδή γ΄). Ο αγώνας του δηλαδή ήταν και εκείνου κατά των αιρετικών διαστρεβλώσεων του Αρείου και των ομοφρόνων του, οι οποίοι με τις αντιλήψεις τους καταργούσαν ουσιαστικά την αποκάλυψη του Χριστού και τη διδασκαλία των Αποστόλων. «Φωτίστηκες από τη θεία έλλαμψη και θεολόγησες τον από τον άναρχο Πατέρα μονογενή Λόγο, όσιε,  ότι είναι άκτιστος και αιώνιος, γι’ αυτό και έφερες σύγχυση στους συμμάχους και ομόφρονες του Αρείου, με την ενίσχυση της θείας δύναμης» («Υπό της θείας φωτισθείς ελλάμψεως, τον εξ ανάρχου Πατρός μονογενή Λόγον, άκτιστον αιώνιον θεολογήσας, όσιε, τους Αρείου συμμάχους, ομόφρονάς τε συνέχεας, θεία παντευχία φραξάμενος») (ωδή α΄).

 

Και μπορεί βεβαίως να μην ήταν μεγάλος θεολόγος, με την έννοια ότι δεν ήταν από εκείνους που μπορούσαν να δώσουν λύση σε εκκλησιαστικά προβλήματα, όμως, όπως είπαμε, είχε δυνατή αίσθηση του ορθοδόξου φρονήματος, κάτι που το απέκτησε, εκτός από την αγιασμένη ζωή του, και με τη διαρκή ενασχόληση και μελέτη της Αγίας Γραφής. Ο άγιος υμνογράφος μάλιστα, προκειμένου να τονίσει την αγάπη του οσίου για τον λόγο του Θεού, αξιοποιεί το ίδιο το όνομά του: Μελέτιος, (αγαπημένη ενέργεια των υμνογράφων),  χρησιμοποιώντας την εικόνα του πρώτου κιόλας ψαλμού περί του ξύλου που είναι φυτεμένο στις όχθες του ποταμού. «Μελέτησες, μακάριε Ιεράρχα Μελέτιε, τον σωτήριο νόμο του Θεού, όπως έχει γραφεί, και δείχτηκες σαν το ξύλο που βρίσκεται στο νερό της ασκήσεως και φανερώνει με τη χάρη του Θεού τους καρπούς των αρετών» («Μελετήσας, μακάριε Ιεράρχα Μελέτιε, νόμον τον σωτήριον, καθώς γέγραπται, ξύλον εδείχθης εν ύδατι ασκήσεως κείμενον και καρπούς των αρετών προβαλλόμενον χάριτι») (στιχηρό εσπερινού).

 

Οι ύμνοι επικεντρώνουν, σημειώσαμε, και στην αγιασμένη ζωή του αγίου Μελετίου. Τον παραλληλίζουν μάλιστα με τους αγίους αποστόλους, τον τρόπο ζωής των οποίων προσπάθησε να ακολουθήσει και γι’ αυτό τοποθετήθηκε και στη θέση τους. «Ομοιώθηκες διά των αρετών σου με τους Αποστόλους του Χριστού και έλαβες την αυθεντία και τον θρόνο εκείνων κατά προφανή τρόπο, Μελέτιε πανένδοξε» («Ομοιωθείς δι’ αρετών τοις του Χριστού Αποστόλοις, την εκείνων αυθεντίαν και θρόνον εκληρώσω προφανώς, Μελέτιε πανένδοξε») (ωδή γ΄). Σ’ ένα στιχηρό του εσπερινού όμως η ασκητική ζωή του αγίου καταγράφεται σε όλα σχεδόν τα στάδιά της: «Μάρανες με την εγκράτεια τα σκιρτήματα της σάρκας. Και υπέταξες τα πάθη, Μελέτιε, και λάμπρυνες και εύφρανες τον εαυτό σου με τη λαμπρότητα της απάθειας. Και ιερούργησες τον Χριστό με αγνότητα και με καθαρότητα» («Εγκρατεία εμάρανας της σαρκός τα σκιρτήματα και παθών, Μελέτιε, κατεκράτησας και απαθείας λαμπρότητι σεαυτόν εφαίδρυνας και αγνώς και καθαρώς τω Χριστώ ιερούργησας»). Ο άγιος Θεοφάνης παίρνει τη ζωή του αγίου Μελετίου ως βάση, και αξιωματικά μας λέγει: δεν μπορεί κανείς να ιερουργεί τον Χριστό, να προσφέρει δηλαδή τη ζωή του θυσία σ’ Εκείνον με όλη την ύπαρξή του – μη ξεχνάμε δε ότι ιερείς με τη γενική ιερωσύνη είναι όλοι οι βαπτισμένοι στο όνομα της αγίας Τριάδος και όχι μόνο οι κληρικοί  - παρά μόνον αν αγωνίζεται να φτάσει στην απάθεια ως υπέρβαση των κακών παθών. Κι αυτό επιτυγχάνεται με την εγκράτεια. Ιδιαιτέρως τούτο, ενόψει της Μεγάλης Σαρακοστής νομίζουμε πως είναι ό,τι πιο επίκαιρο. Η εγκράτεια που τονίζει η ευλογημένη αυτή περίοδος, ορθά ασκούμενη, δηλαδή με τον τρόπο της Εκκλησίας, οδηγεί στον έλεγχο των παθών και έτσι στην άμεση σχέση με τον Χριστό, την ιερουργία της ζωής μας σ’ Εκείνον.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξε σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια. Πάτερ Ἱεράρχα Μελέτιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Νόμον ἔνθεον, ἐμμελετήσας, τὴν οὐράνιον, γνῶσιν ἐκλάμπεις, τὴ Ἐκκλησία Ἱεράρχα Μελέτιε, τὴν γὰρ Τριάδα κηρύττων ὁμότιμον, αἱρετικῶν διαλύεις τᾶς φάλαγγας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Τήν σωματικήν σου παρουσίαν
Τήν πνευματικήν σου παῤῥησίαν δεδοικώς ὁ ἀποστάτης, φεύγει Μακεδόνιος· τήν πρεσβευτικήν δέ λειτουργίαν ἐκπληροῦντές σου οἱ δούλοι, πόθῳ σοί προστρέχομεν, τῶν Ἀγγέλων ἐφάμμιλε Μελέτιε, ἡ πύρινος ῥομφαία Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἡ πάντας τούς ἀθέους κατασφάττουσα, ὑμνοῦμέν σε τόν φωστῆρα, τόν φωτίσαντα τά πάντα.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοὶς τῶν αἱμάτων σου ρείθροις.
Ὀρθοδοξίας τοὶς τρόποις κοσμούμενος, τῆς Ἐκκλησίας προστάτης καὶ πρόβολος, ἐδείχθης παμμάκαρ Μελέτιε, καταπυρσεύων τὰ πέρατα δόγμασι, λαμπτὴρ Ἐκκλησίας φαεινότατε.

 

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΒΛΑΣΙΟΣ (Ὁ θαυματουργὸς ἱεράρχης τῆς Σεβαστείας)


.         Μέσα στὴν μακρόχρονη πορεία τῆς ἐνδόξου ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας τῆς ἁγιοτόκου καὶ μαρτυρικῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἔλαμψαν ἀπὸ τοὺς πρώτους κιόλας χριστιανικοὺς αἰῶνες φωταυγεῖς ἀστέρες, ποὺ ἀγωνίστηκαν καὶ θυσιάστηκαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ κοσμοῦν τὸ πνευματικὸ στερέωμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀνάμεσα στὶς ἀγωνιστικὲς μορφὲς τῆς εὐλογημένης καὶ μαρτυρικῆς μικρασιατικῆς γῆς, ποὺ ἔλαβαν τὸν ἀμάραντο φωτοστέφανο τοῦ μαρτυρίου ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἀγωνοθέτη Κύριο, εἶναι καὶ ὁ τιμώμενος στὶς 11 Φεβρουαρίου Ἅγιος ἔνδοξος ἱερομάρτυς Βλάσιος Ἀρχιεπίσκοπος Σεβαστείας ὁ θαυματουργός.
.         Ὁ λαοφιλὴς σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση θαυματουργὸς ἱεράρχης τῆς Σεβαστείας γεννήθηκε καὶ ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου μ.Χ. αἰώνα στὴν περιοχὴ τοῦ Πόντου τῆς Μικρᾶς Ἀσίας κατὰ τὴν περίοδο τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορος Λικινίου (308 – 323μ.Χ.). Ὁ Ἅγιος Βλάσιος εἶχε σπουδάσει τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη, τὴν ὁποία προσέφερε στοὺς ἀσθενεῖς ἀφιλοκερδῶς, διαθέτοντας πνεῦμα φιλανθρωπίας, σύνεσης καὶ ταπείνωσης. Οἱ ἰατρικές του γνώσεις τὸν βοήθησαν μάλιστα στὸ νὰ ἐνισχύσει τὴν πίστη καὶ τὴν εὐσέβειά του, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν μελέτη τοῦ ἀνθρώπινου σώματος κατανόησε τὴν σοφία καὶ τὴν μεγαλωσύνη τοῦ Θεοῦ. Παράλληλα μὲ τὴν ἄσκηση τοῦ ἰατρικοῦ ἐπαγγέλματος μελετοῦσε μὲ ζῆλο τὴν Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ καὶ τὰ ψυχωφελῆ συγγράμματα τῶν Ἀποστολικῶν Πατέρων καὶ τῶν Χριστιανῶν Ἀπολογητῶν, γεγονὸς ποὺ τὸν ἀνέδειξε σὲ πύρινο διδάσκαλο τῆς χριστιανικῆς πίστεως.
.         Ὁ ἔνθεος αὐτὸς ζῆλος καὶ ἡ βαθειὰ θεοσέβειά του σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸν ἀνεπίληπτο βίο του καὶ τὴν πραότητα τοῦ χαρακτήρα τοῦ συντέλεσε στὸ νὰ ἐκλεγεῖ ἐπίσκοπός της πόλεως Σεβάστειας τῆς Καππαδοκίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὕστερα μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίμονη ἀπαίτηση τοῦ λαοῦ τῆς περιοχῆς. Ὁ χαρισματικὸς αὐτὸς ἱεράρχης ἀνέπτυξε μία πλούσια πνευματικὴ δράση στὴν ἐπισκοπή του, ἀλλὰ φοβούμενος τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν παρανομία τῶν ἀρχόντων τῆς ἐποχῆς του καὶ ἐπιζητώντας περισσότερη ἡσυχία καὶ ἄσκηση, κατέφυγε στὸ Ἄργαιον Ὄρος καὶ ἐγκαταστάθηκε μέσα σὲ ἕνα σπήλαιο. Στὸν χῶρο αὐτὸν προσευχόταν ἀδιάλειπτα στὸν Πανοικτίρμονα Θεὸ καὶ ἔφτασε σὲ τέτοιο ὕψος ἁγιότητος καὶ ἀρετῆς, ὥστε πλῆθος κόσμου τὸν ἐπισκεπτόταν καὶ ζητοῦσε τὴν εὐλογία του. Ἀκόμη καὶ τὰ ἄγρια ζῶα τῆς περιοχῆς προσέρχονταν κοντὰ στὸν ἅγιο καὶ δὲν ἀποχωροῦσαν, ἂν δὲν τὰ εὐλογοῦσε.
.         Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ὁ σκληρόκαρδος εἰδωλολάτρης ἡγεμόνας Ἀγρικόλας ἔδωσε διαταγὴ στοὺς κυνηγοὺς νὰ κυνηγήσουν σαρκοφάγα ζῶα, γιὰ νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ θηριομαχίες καὶ γιὰ τὴν καταβρόχθιση τῶν χριστιανῶν. Ὅταν ἔφτασαν στὸ Ἄργαιον Ὅρος καὶ πέρασαν ἀπὸ τὸ σπήλαιο, στὸ ὁποῖο εἶχε ἐγκατασταθεῖ ὁ ἅγιος, ἔκπληκτοι ἀντίκρισαν πλήθη ἀγρίων ζώων νὰ εἶναι συγκεντρωμένα καὶ νὰ λαμβάνουν τὶς εὐλογίες τοῦ ταπεινοῦ ἐπισκόπου της Σεβάστειας, ὁ ὁποῖος προσευχόταν στὸν Θεό. Βλέποντας οἱ κυνηγοὶ τὸ παράδοξο αὐτὸ θέαμα, ἐπέστρεψαν στὴν πόλη καὶ ἐνημέρωσαν τὸν ἡγεμόνα γιὰ ὅσα εἶδαν καὶ ἔζησαν. Τότε ἐκεῖνος ἔδωσε τὴν διαταγὴ νὰ συλληφθοῦν ἀμέσως ὅσοι χριστιανοὶ βρίσκονταν ἐκεῖ. Ὅταν ἔφτασαν οἱ ἀπεσταλμένοι στρατιῶτες στὸ σπήλαιο, βρῆκαν τὸν ἅγιο νὰ προσεύχεται καὶ τὸν διέταξαν νὰ τοὺς ἀκολουθήσει. Τότε ὁ ἅγιος μὲ καρτερία, θάρρος καὶ χαρὰ τοὺς ἀκολούθησε, λέγοντάς τους ὅτι ὁ Θεὸς ἐμφανίστηκε σ’ αὐτὸν τρεῖς φορὲς μέσα στὴ νύχτα καὶ τοῦ παρήγγειλε, ὅτι πρέπει νὰ θυσιαστεῖ γι’ Αὐτόν. Καθὼς οἱ στρατιῶτες καὶ ὁ ἅγιος κατευθύνονταν ἀπὸ τὸ Ἄργαιον Ὄρος πρὸς τὴν Σεβάστεια, πολλοὶ εἰδωλολάτρες ἀσπάσθηκαν τὴν χριστιανικὴ πίστη βλέποντας τὴν πραότητα τοῦ ἁγίου καὶ ἀκούγοντας τὸ φλογερὸ κήρυγμά του, ἐνῶ πολλοὶ ἀσθενεῖς θεραπεύτηκαν χάρη στὴν ἀδιάλειπτη προσευχή του. Ἐντύπωση προκαλοῦσε ὄχι μόνο ἡ ἴαση τῶν ἀσθενῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ ἡ θεραπεία ἀσθενειῶν σὲ ἥμερα καὶ ἄγρια ζῶα. Μεταξὺ τῶν ἀναρίθμητων θαυμάτων, ποὺ τέλεσε ὁ Ἅγιος Βλάσιος μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἦταν ἡ διάσωση ἑνὸς μικροῦ παιδιοῦ, τὸ ὁποῖο εἶχε μείνει ἄφωνο καὶ κινδύνευε νὰ πεθάνει ἀπὸ ἀσφυξία ἀπὸ ἕνα ψαροκόκαλο, τὸ ὁποῖο εἶχε καρφωθεῖ στὸ λαιμό του. Τότε ὁ ἅγιος θέτοντας τὸ χέρι του στὸ λαιμὸ τοῦ παιδιοῦ καὶ ἀφοῦ προσευχήθηκε ὁλόθερμα στὸν Θεό, θεράπευσε τὸ παιδί. 





Παράλληλα εὐχήθηκεὅτι ὅποιος ἄνθρωπος  ζῶο ἀντιμετωπίσει στὸ μέλλον παρόμοιο πρόβλημα καὶ μνημονεύει τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου Θεὸς νὰ τὸν θεραπεύει ἀμέσως πρὸς δόξα τοῦ ὀνόματός Του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Βλάσιος καθιερώθηκε στὴ συνείδηση ὅλων τῶν χριστιανῶν ὡς ὁ ἰατρὸς καὶ θεραπευτὴς τῶν νοσημάτων τοῦ λαιμοῦ καὶ τοῦ λάρυγγα. Ἀξιοσημείωτο ἦταν καὶ τὸ θαυματουργικὸ γεγονὸς τῆς διάσωσης ἑνὸς χοίρου, τὸν ὁποῖο εἶχε ἁρπάξει ἕνας λύκος ἀπὸ μία φτωχὴ γυναίκα καὶ ἀποτελοῦσε τὴν μοναδικὴ περιουσία της. Χάρη στὴν προσευχητικὴ δύναμη τοῦ ἁγίου ὁ λύκος ἔχασε τὴν ἀγριότητά του καὶ ἐπέστρεψε σῶο καὶ ἀβλαβῆ τὸν χοῖρο στὴ γυναίκα.
.         Φτάνοντας ὁ ἅγιος στὴν Σεβάστεια δόθηκε ἡ ἐντολὴ νὰ φυλακιστεῖ. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ὁδηγήθηκε ἐνώπιόν του ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος τὸν ὑποδέχθηκε μὲ ὡραίους λόγους, προσπαθώντας νὰ τὸν πείσει νὰ θυσιάσει στοὺς εἰδωλολατρικοὺς θεούς. Ὁ ἅγιος ὅμως ἀποκάλεσε μὲ παρρησία τοὺς ψεύτικους θεοὺς δαίμονες καὶ δήλωσε ὅτι ὅσοι τοὺς λατρεύουν θὰ παραδοθοῦν στὸ αἰώνιο πῦρ τῆς Κολάσεως. Τότε ὁ ἡγεμόνας ἐξαγριώθηκε καὶ διέταξε νὰ χτυπήσουν ἀνελέητα τὸν ἅγιο μὲ χονδρὰ σιδερένια ραβδιὰ καὶ νὰ τὸν κλείσουν ἐν συνεχείᾳ στὴν φυλακή. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν πίστη του στὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό.
.        Τὸν βασανισμὸ καὶ τὴν φυλάκιση τοῦ ἁγίου πληροφορήθηκε ἡ φτωχὴ γυναίκα, τῆς ὁποίας τὸν χοῖρο διέσωσε ὁ ἅγιος. Ἀπὸ εὐγνωμοσύνη πρὸς αὐτὸν ἔσφαξε τὸν χοῖρο καὶ ἀφοῦ ἔψησε τὸ κεφάλι καὶ τὰ πόδια, πῆγε στὴν φυλακὴ μαζὶ μὲ φροῦτα καὶ ἄλλα φαγώσιμα καὶ ἀνάβοντας κεριά, παρακάλεσε τὸν ἅγιο νὰ φάει ἀπὸ τὰ προσφερόμενα πρὸς αὐτὸν ἀγαθά. Τότε ὁ ἅγιος εὐχαρίστησε τὴν γυναίκα καὶ ἀφοῦ ἔφαγε, τῆς ἔδωσε τὴν εὐλογία του λέγοντας ὅτι μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ γιορτάζει τὴν μνήμη του καὶ νὰ ἔχει πάντοτε στὸ σπίτι της ὅλα τὰ ἀγαθὰ καὶ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ὅπως καὶ ὅποιος ἄλλος θελήσει νὰ τὴν μιμηθεῖ.
.         Ὁ ἡγεμόνας Ἀγρικόλας πρόσταξε καὶ πάλι νὰ φέρουν ἐνώπιόν του τὸν ἅγιο καὶ τὸν κάλεσε καὶ πάλι νὰ θυσιάσει στοὺς ψεύτικους θεούς. Ἐκεῖνος ὅμως ἔμεινε καὶ πάλι σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος καὶ δήλωσε ὅτι θεοί, οἱ ὁποῖοι δὲν δημιούργησαν τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ, πρέπει νὰ ἐξαφανιστοῦν. Τότε δόθηκε ἡ διαταγὴ νὰ κρεμάσουν τὸν ἅγιο σὲ ἕνα ξύλο καὶ νὰ ξεσκίσουν τὰ πλευρά του μὲ σιδερένια νύχια. Ὅμως ὁ ἔνδοξος ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ εἶπε στὸν σκληρόκαρδο ἡγεμόνα ὅτι οὔτε ὁ θάνατος οὔτε τὰ βασανιστήρια τὸν φοβίζουν καὶ μποροῦν νὰ κάμψουν τὴν πίστη του, ἀφοῦ προσβλέπει στὴν αἰωνιότητα καὶ τὰ ἐπουράνια ἀγαθά. Στὴ συνέχεια δόθηκε ἡ ἐντολὴ νὰ ξεκρεμάσουν τὸν ἅγιο καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὴ φυλακή.
.         Καθὼς ὁδηγοῦσαν τὸν ταπεινὸ καὶ πράο ἐπίσκοπο τῆς Σεβάστειας στὴν φυλακή, ἑπτὰ ἐνάρετες καὶ εὐσεβεῖς γυναῖκες ἀκολουθοῦσαν τὴν μαρτυρικὴ αὐτὴ πορεία καὶ ἄλειφαν τὰ σώματά τους ἀπὸ τὸ τίμιο αἷμα, ποὺ ἔσταζε ἀπὸ τὸ πληγωμένο σῶμα τοῦ ἁγίου. Βλέποντας οἱ δήμιοι τὸ γεγονὸς αὐτό, συνέλαβαν τὶς γυναῖκες καὶ τὶς ὁδήγησαν στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος τὶς κάλεσε νὰ θυσιάσουν στὰ ψεύτικα εἴδωλα, γιατί διαφορετικὰ θὰ θανατωθοῦν. Τότε οἱ ἑπτὰ γυναῖκες κάλεσαν τὸν ἡγεμόνα νὰ πᾶνε στὴ λίμνη τῆς Σεβάστειας καὶ ἀφοῦ πλύνουν τὰ πρόσωπά τους, νὰ προσφέρουν θυσία στοὺς θεούς. Ὁ ἡγεμόνας χάρηκε πολὺ καὶ τότε οἱ γυναῖκες πῆραν τοὺς θεοὺς καὶ τοὺς ἔριξαν μέσα στὴ λίμνη λέγοντας ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ ἀμοιβή τους, γιατί πολλοὶ ἄνθρωποι χάθηκαν ἐξ αἰτίας τῆς εἰδωλολατρίας. Βλέποντας ὁ ἡγεμόνας τὴν ἀσέβεια καὶ τὴν προσβολὴ κατὰ τῶν θεῶν, ἐξοργίστηκε τόσο πολύ, ὥστε διέταξε νὰ ἀνάψουν ἕνα μεγάλο καμίνι λιώνοντας μέσα σ’ αὐτὸ μολύβι καὶ νὰ φέρουν σιδερένια χτένια καὶ νὰ πυρακτώσουν ἑπτὰ χάλκινα σουβλιά. Ἐν συνεχείᾳ ὁ ἡγεμόνας κάλεσε τὶς γυναῖκες νὰ ἐπιλέξουν ἢ τὴν θυσία στοὺς θεοὺς καὶ νὰ φορέσουν λαμπρὰ φορέματα ἢ νὰ βασανιστοῦν μέσα στὸ πυρακτωμένο καμίνι. Τότε μία ἀπὸ τὶς γυναῖκες ἅρπαξε ἕνα φόρεμα καὶ τὸ ἔριξε μέσα στὸ καμίνι, ἐνῶ τὰ δύο μικρά της παιδιὰ εἶπαν στὴ μητέρα τους νὰ μὴν τὰ ἀφήσει νὰ χαθοῦν μέσα στὴν ἁμαρτία καὶ τὴν πλάνη, ἀλλὰ νὰ τὰ χορτάσει μὲ τὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, ὅπως τὰ χόρτασε μὲ τὸ μητρικό της γάλα. Κατόπιν ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ κρεμάσουν τὶς ἑπτὰ γυναῖκες καὶ νὰ ξεσκίσουν τὶς σάρκες τους μὲ τὰ σιδερένια χτένια. Ὅμως κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ φρικτοῦ μαρτυρίου οἱ στρατιῶτες ἔζησαν ἕνα καταπληκτικὸ θαῦμα: ἀπὸ τὶς σάρκες τῶν γυναικῶν ἔρεε γάλα ἀντὶ γιὰ αἷμα καὶ οἱ σάρκες ἦταν ὁλόλευκες ὅπως τὸ χιόνι, ἀφοῦ Ἄγγελοι Κυρίου κατέβηκαν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ θεράπευσαν τὶς πληγές, λέγοντας στὶς γυναῖκες νὰ μὴν φοβοῦνται καὶ νὰ συνεχίσουν τὸν ἀγώνα τοὺς μέχρι τέλους, γιατί ἔτσι μόνο θὰ ἀπολαύσουν τὴν αἰώνια ζωή. Τότε ὁ ἐξαγριωμένος ἡγεμόνας διέταξε νὰ τὶς ρίξουν μέσα στὸ πυρακτωμένο καμίνι. Μόλις ὅμως τὶς ἔριξαν μέσα, ἡ φωτιὰ ἔσβησε καὶ βγῆκαν ἀπὸ μέσα σῶες καὶ ἀβλαβεῖς. Βλέποντας ὁ Ἀγρικόλας τὰ παράδοξα αὐτὰ γεγονότα, κάλεσε καὶ πάλι τὶς ἑπτὰ γυναῖκες νὰ θυσιάσουν στοὺς θεοὺς καὶ νὰ ἐγκαταλείψουν τὶς μαγεῖες, ποὺ χρησιμοποιοῦν. Τότε ἐκεῖνες ἀπάντησαν ὅτι δὲν πρόκειται νὰ προδώσουν τὴν πίστη τους στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ προσκυνήσουν τὰ ψεύτικα εἴδωλα. Ἡ ἐπίμονη αὐτὴ στάση τοὺς ἐξόργισε τόσο πολὺ τὸν Ἀγρικόλα, ὥστε ἀποφάσισε τὴν δι᾽ ἀποκεφαλισμοῦ θανατικὴ καταδίκη τῶν γυναικῶν. Ἀμέσως μετὰ οἱ γυναῖκες προσευχήθηκαν καὶ παρακάλεσαν τὸν Κύριο νὰ τὶς συναριθμήσει μαζὶ μὲ τὴν πρωτομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ Ἁγία Θέκλα δεχόμενος τὶς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου Βλασίου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ πνευματικὸς καθοδηγητὴς στὴν ἄθλησή τους καὶ στὴν ἀπόλαυση τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Κατόπιν τὰ δύο παιδιὰ πλησίασαν τὴν μητέρα τους καὶ τῆς ζήτησαν νὰ παρακαλέσει τὸν Ἅγιο Βλάσιο νὰ τὰ ἔχει ὑπὸ τὴν προστασία καὶ καθοδήγησή του.
.         Μετὰ τὸν ἀποκεφαλισμὸ τῶν ἑπτὰ γυναικῶν πρόσταξε τοὺς στρατιῶτες νὰ τοῦ φέρουν ἀπὸ τὴν φυλακὴ τὸν Ἅγιο Βλάσιο ζητώντας του καὶ πάλι νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς. Τότε ὁ γενναῖος ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ ἀπάντησε μὲ θάρρος ὅτι κανένας ἄνθρωπος, ποὺ ἔχει γνωρίσει τὸν ἀληθινὸ Θεό, δὲν προσκυνᾶ νεκρὰ εἴδωλα. Κατόπιν ὁ ἡγεμόνας τὸν ρώτησε ὅτι ἂν τὸν ρίξει μέσα στὴ λίμνη, θὰ μπορέσει ὁ Θεός, τὸν ὁποῖο λατρεύει, νὰ τὸν σώσει. Καὶ ὁ ἅγιος τὸν παρότρυνε νὰ τὸ πράξει. Τότε οἱ στρατιῶτες ἔριξαν τὸν ἅγιο στὴ λίμνη καὶ ἐκεῖνος, ἀφοῦ ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, στάθηκε στὸ μέσο αὐτῆς σῶος καὶ ἀβλαβής. Στὴ συνέχεια ὁ ἅγιος κάλεσε τοὺς εἰδωλολάτρες νὰ πράξουν τὸ ἴδιο, γιὰ νὰ ἀποδείξουν τὴν δύναμη τῶν θεῶν τους. Τότε ἑξήντα ὀχτὼ ἄνδρες πήδησαν μέσα στὴ λίμνη, ἀλλὰ ὅλοι καταποντίστηκαν στὸ βυθό της καὶ πνίγηκαν. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη Ἄγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στὸν ἔνδοξο ἱερομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸν κάλεσε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν λίμνη καὶ νὰ λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸν αἰώνιο στέφανο τῆς δόξης καὶ τῆς ἁγιότητος. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ προκάλεσε τὸν θαυμασμὸ ὅλων, ἀφοῦ ἔβλεπαν τὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου νὰ λάμπει σὰν τὸ φῶς. Βλέποντας ὁ ἡγεμόνας τὴν ἀκλόνητη πίστη τοῦ γενναίου ἀθλητῆ τοῦ Χριστοῦ, ἀποφάσισε νὰ τὸν ἀποκεφαλίσει διὰ ξίφους μαζὶ μὲ τὰ δύο παιδιά. Ἀφοῦ ὁ Ἅγιος Βλάσιος προσευχήθηκε ζητώντας ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ βοηθήσει στὸ μέλλον ὅποιον καταφεύγει σ’ Αὐτὸν ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου σὲ περίπτωση ἀσθένειας, θλίψης, κινδύνου ἢ ἀνάγκης, κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὁ Χριστὸς σὰν νεφέλη καὶ εἶπε στὸν ἅγιο ὅτι θὰ ἐκπληρώσει ὅλα τὰ αἰτήματά του καὶ θὰ χαρίσει σὲ ὅλους ἐκείνους, ποὺ θὰ τιμοῦν τὴν μνήμη του, ὄχι μόνο τὰ ἐπίγεια, ἀλλὰ καὶ τὰ οὐράνια ἀγαθά. Ἀμέσως μετὰ ὁ δήμιος ὁδήγησε τὸν ἅγιο καὶ τὰ δύο παιδιὰ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου καὶ τοὺς ἀποκεφάλισε πάνω σὲ μία πέτρα μέσα ἀπὸ τὸ τεῖχος τῆς Σεβάστειας.
Τὸ ἔνδοξο μαρτύριο τοῦ ἁγίου καὶ τῶν δύο παιδιῶν ἔλαβε χώρα τὸ ἔτος 316μ.Χ.
.        
      Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο λαοφιλὴς σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση Ἅγιος Βλάσιος ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου, γιὰ νὰ τιμᾶται καὶ νὰ γεραίρεται ἐσαεὶ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στὶς 11 Φεβρουαρίου [καὶ ἀπὸ τὴ Δυτικὴ Ἐκκλησία στὶς 3 Φεβρουαρίου]. Ἡ ἀγάπη τῶν χριστιανῶν πρὸς τὸν θαυματουργὸ ἱεράρχη τῆς Σεβάστειας ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὰ ἀναρίθμητα θαύματα, τὰ ὁποῖα ἔχει ἐπιτελέσει καὶ ἐξακολουθεῖ καὶ μέχρι σήμερα νὰ ἐπιτελεῖ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ σ’ αὐτοὺς ποὺ τιμοῦν τὴ μνήμη του καὶ ἐπικαλοῦνται μὲ εὐλάβεια τὸ ὄνομά του πρὸς δόξα τοῦ παναγίου ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ μας, τοῦ «θαυμαστοῦ ἐν τοῖς ἁγίοις Αὐτοῦ» .


Δευτέρα 10 Φεβρουαρίου 2014


Η αντιμετώπισις της Ειδωλολατρείας από τον Άγιο Χαράλαμπον




https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhDPcY_OWoEzUDZq8EqE23pAZleqlO4d2C8S4asjVaG01tjxHZVVGKYFc6I8vaG8ssm9sUFVdm7EZeAGHmbPPrbzV7Nw5-sOKPfoJb0B94JvM_Yw6R7TVZWCn8a3z8yuPeOEYTwpoEQDs3_/s400/%CE%B1%CE%B3%CE%B9%CE%BF%CF%82+%CF%87%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%822.jpg

Εορτάζει λαμπρώς η Ορθόδοξος Εκκλησία στις 10 Φεβρουαρίου την μνήμη του αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Χαραλάμπους του θαυματουργού. Η μνήμη του αγίου Χαραλάμπους μάς παρέχει εύκαιρον αφορμή, για ν’ασχοληθούμε με ένα νευραλγικό θέμα, το οποίο αντιμετώπισε η Εκκλησία μας τα πρωτοχριστιανικά χρόνια. Το θέμα αυτό δεν είναι άλλο από την ειδωλολατρεία. Ποιά είναι η αντιμετώπιση της ειδωλολατρείας από τον άγιο Χαραλάμπη;

      Πολύ εύκολα μπορεί κανείς να δώσει αυτή την απάντηση, εάν εντρυφήσει και εμβαθύνει στο συναξάριο, τον βίο του αγίου Χαραλάμπους. Σύμφωνα, λοιπόν, με το συναξάρι του αγίου, «Ο ηγεμόνας Λουκιανός έριξε βλοσυρή ματιά στον άγιο Χαραλάμπη και σε τόνο άγριο άρχισε να τον ρωτά:

  -       Γιατί, λοιπόν, γέρο, καταφρονείς τα είδωλα και παραβαίνεις τις βασιλικές προσταγές;

 -  Εγώ, αποκρίθηκε με θάρρος ο άγιος Χαραλάμπης, υπακούω στα σωτήρια προστάγματα του επουρανίου Βασιλέως Χριστού. Ενώ ο δικός σας εξουσιαστής, ο Σεβήρος, δίνει ανώφελες κι ασύνετες διαταγές. Σας προστάζει να προσκυνάτε για θεούςαναίσθητα και άψυχα αγάλματα και παραδίδει τις ψυχές σας σε αιώνιο θάνατο. Ο δικός μας Βασιλιάς, ο Χριστός, μάς χαρίζει λύτρωση, ψυχική γαλήνη και αιώνια ζωή.

  -    Θυσίασε στους θεούς, κακή κεφαλή, ξεφώνισε ο Λουκιανός, γιατί αλλιώς θα δοκιμάσεις σκληρά βασανιστήρια.

-      Δεν θυσιάζω σε δαίμονες, παιδιά μου, απαντά σταθερά και γαλήνια ο άγιος. Τη ζωή μου την έχω προσφέρει θυσία στον αληθινό Θεό, τον γλυκύτατο Ιησού Χριστό, που σταυρώθηκε για τη σωτηρία μας. Δεν είμαι τόσο μωρός, τόσο ανόητος να προσκυνώ για θεούς αναίσθητα είδωλα, δαίμονες ανίσχυρους, που τρέμουν στην δύναμη του Σταυρού Του. Κι όλ’αυτά, με τα οποία με απειλείτε, ότι θα σπαράξουν το ασθενικό μου σώμα, είναι ανήμπορα να με χωρίσουν από την αγάπη του Χριστού».     

Ιδιαιτέρως χαρακτηριστική, τέλος, είναι και η παρακάτω ομολογία του αγίου Χαραλάμπους.

«Ένας και μόνο Θεός υπάρχει, ο Θεός των χριστιανών. Ο Δημιουργός και Κυβερνήτης του Σύμπαντος. Μη γελιέστε και προσκυνάτε για θεούς τα είδωλα. Οι άνθρωποι μέσα στην πλάνη τους λησμόνησαν τον Πλάστη και παρακινημένοι απ’τους ξεπεσμένους αγγέλους, τους δαίμονες, έπλασαν με την φαντασία τους και προσκυνούν ανύπαρκτους και ψεύτικους θεούς. 

Τα ομοιώματά τους, τα μεταλλικά και μαρμάρινα είδωλα, στα οποία τόση λατρεία προσφέρετε, είναι άψυχη και αναίσθητη ύλη. Σωστά είπε γι’αυτά ο Προφητάναξ Δαβίδ : «Τα είδωλα των εθνών αργύριον και χρυσίον, έργα χειρών ανθρώπων. Στόμα έχουσι και ου λαλήσουσιν˙ οφθαλμούς έχουσι και ουκ όψονται˙ ώτα έχουσι και ουκ ενωτισθήσονται˙ ουδέ γαρ εστι πνεύμα εν τω στόματι αυτών»[1].

       

 Να, λοιπόν, η αντιμετώπιση της ειδωλολατρείας από τον άγιο Χαραλάμπη. Ο άγιος, εν Πνεύματι Αγίω, χαρακτηρίζει ταείδωλα αναίσθητα και άψυχα αγάλματα, άψυχη και αναίσθητη ύλη, ανύπαρκτους και ψεύτικους θεούς και δαίμονες ανίσχυρους, οι οποίοι παραδίδουν τις ψυχές σε αιώνιο θάνατο. Με την ομολογιακή αυτή στάση του ο άγιος Χαραλάμπης δεν λάτρευσε «την κτίσιν παρά τον Κτίσαντα» και παραλλήλως διεκήρυξε ότι «πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια».

 

Αυτό είναι το ομολογιακό φρόνημα του αγίου Χαραλάμπους. Ποιό είναι τώρα το συμπέρασμα; Ότι όσοι τιμούμε την μνήμη του, πρέπει να μιμηθούμε την πίστη του. Εκείνος δεν προσκύνησε τα είδωλα. Προτίμησε να μαρτυρήσει. Μα, θα πει κάποιος : «Σήμερα δεν υπάρχουν είδωλα». Λάθος! Μπορεί να μην υπάρχουν είδωλα από μάρμαρο, ασήμι και χρυσάφι, αλλά υπάρχουν άλλου είδους είδωλα. Τί είναι, όμως, είδωλο; Όταν ένα πράγμα ή πρόσωπο το αγαπάμε παραπάνω από τον Θεό και τό’χουμε σαν Θεό, αυτό πλέον γίνεται είδωλο κι εμείς ειδωλολάτρες.

 

Υπάρχουν δύο είδη ειδωλολατρείας˙ πρώτον, η άμεσος και φανερά προσκύνηση των ειδώλων και δεύτερον, η έμμεσος, η οποία, με την κακή προσκόλληση στον χρυσό και τον άργυρο, λατρεύει την κτίση και όχι τον Κτίστη, δηλαδή η πλεονεξία[2].Αιτία της ειδωλολατρείας, κατά τον Απ. Παύλο, είναι η γαστριμαργία. Οι ειδωλολάτρες λατρεύουν την κοιλία τους σαν Θεό και  της προσφέρουν κάθε θεραπεία και ανάπαυση. Γι’αυτό και οι θείοι Πατέρες έχουν δίκαιο, όταν κατηγορούν την τρυφή και την γαστριμαργία με πολλές και διάφορες κατηγορίες.

 

Κατά τον Απ. Παύλο «πας πόρνος ή ακάθαρτος ή πλεονέκτης, ος εστιν ειδωλολάτρης, ουκ έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του Χριστού και Θεού»[3]. Φανερά δηλώνει ο Απόστολος ότι ο πλεονέκτης είναι ειδωλολάτρης και ότι δεν σώζεται, δεν μετέχει της Βασιλείας του Χριστού, αλλά κολάζεται και χάνεται. Αυτό το μαθαίνουμε από το Άγιο Ευαγγέλιο, όπου ο Κύριος λέει˙«ου δύνασθε Θεώ δουλεύειν και μαμμωνά»[4]. Όποιος, λοιπόν, είναι πλεονέκτης, αυτός χωρίζεται από τον Θεό και δουλεύει στα χρήματα. Γι’αυτό και ο πλεονέκτης, επειδή λατρεύει και προσκυνά το πάθος της πλεονεξίας, είναι ειδωλολάτρης. Βεβαίως, δεν έκανε ο Θεός την πλεονεξία, αλλά η αχορτασία των ανθρώπων την ανακάλυψε.

 

Λέει ο Μ. Αθανάσιος˙ Ειδωλολάτρης είναι όποιος έχει το είδωλο της Αφροδίτης, δηλ. της σαρκικής επιθυμίας και ακαθαρσίας στην ψυχή του, το οποίο λατρεύει και θυσιάζει με τον έρωτα προς αυτό και με την συχνή ενθύμησή του. Στις ημέρες μας οργιάζουν τα σαρκικά πάθη με τις προγαμιαίες σχέσεις, τις πορνείες, τις μοιχείες, και τις ομοφυλοφιλίες. Ειδωλολάτρης είναι όποιος υποτάσσεται στο είδωλο του Άρεως, δηλ. του θυμού, και θυμώνει και οργίζεται εύκολα κατά του αδελφού του. Και καθολικώτερα, όποιο πάθος έχει κανείς και κυριεύεται απ’αυτό, εκείνο έχει για Θεό του, όπως λέει ο Μ. Βασίλειος, και σ’εκείνο είναι υπόδουλος.

 

Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγει ότι η πλεονεξία θεωρείται στο τριμερές της ψυχής, και στα τρία μέρη της ψυχής. Θεωρείται στο λογιστικό, γιατί μη κρίνοντας ο λογισμός ποιό είναι το αληθινό καλό, ούτε βλέποντας προς το άυλο κάλλος, νομίζει ότι η ύλη του χρυσού και του αργύρου είναι το όντως καλό. Θεωρείται στο επιθυμητικό, γιατί η επιθυμία δίδεται στα γήινα κέρδη και αφήνει το όντως επιθυμητό, δηλ. τον Θεό. Θεωρείται και στο θυμικό, γιατί εξ αιτίας της πλεονεξίας γίνονται πολλοί θυμοί, έριδες και μάχες[5].

 

Σε άλλο σημείο ο Απ. Παύλος ειδωλολατρεία ονομάζει, την παρατήρηση των ημερών, ότι δηλ. άλλες ημέρες είναι καλές και άλλες κακές, την παρατήρηση των στοιχείων, δηλ. των φωστήρων και των πλανητών, τα οποία είναι πτωχά και ασθενή, άψυχα και αναίσθητα, άλογα και χωρίς ζωή και νου, αν και οι Έλληνες (ειδωλολάτρες) τα θεωρούσαν ως έμψυχα και λογικά[6]. Είναι σαφής εδώ ο υπαινιγμός του Απ. Παύλου για την αστρολογία, τα ταρώ, τα ζώδια, τα χαρτιά κ.ά. παρόμοια.

 

Άλλοι λατρεύουν την επιστήμη, την τηλοψία, τη μόδα, το κόμμα, το ποδόσφαιρο, το ποτό, το τσιγάρο, τα ναρκωτικά, τα καρναβάλια κ.ά. Αλλά, και το νεοεποχήτικο κίνημα της νεοειδωλολατρείας, του νεοπαγανισμού και της αρχαιολατρείας τί είναι; Εμφανής ειδωλολατρεία, διότι προσπαθούν να επαναφέρουν στον κόσμο την λατρεία των αρχαίων δώδεκα ψευδοθεών, των δαιμονίων. Επιπροσθέτως, οι διάφορες αιρέσεις τί είναι; Στην ουσία ειδωλολατρεία είναι, διότι λατρεύουν και ειδωλοποιούν ένα πρόσωπο παραπάνω από τον Χριστό. 

Ο Παπισμός ειδωλοποιεί, θεοποιεί ένα κοινό θνητό άνθρωπο, τον αιρεσιάρχη Πάπα, στον οποίο έχει προσδώσει το αλάθητο και το παγκόσμιο πρωτείο εξουσίας˙ ο Προτεσταντισμός ειδωλοποιεί τον Λούθηρο, τον Καλβίνο και κάθε πιστό, που συμπεριφέρεται σαν πάπας˙ ο Μουσουλμανισμός ειδωλοποιεί τον ψευδοπροφήτη Μωάμεθ και τον ψευδοθεό Αλλάχ˙ οΣιωνισμός ειδωλοποιεί τον Αντίχριστο˙ οι εκφραστές, οπαδοί και θιασώτες της λύμης της μεταπατερικής αιρέσεως, τηςπατρομαχίας ειδωλοποιούν τους εαυτούς τους, αφού θεωρούν τους εαυτούς τους νέους «αγίους πατέρες», που έχουν υπερβεί και ξεπεράσει, όπως αλαζονικά νομίζουν, τους όντως Αγίους Πατέρες, οι οποίοι πλέον έχουν περιθωριοποιηθεί και δεν έχουν να μας προσφέρουν τίποτε στην εποχή μας˙ η παναίρεση του Οικουμενισμού ειδωλοποιεί τους αρχηγούς του οικουμενιστές˙ η Μασονία λατρεύει, ειδωλοποιεί και θεοποιεί τον Μ.Α.Τ.Σ. (Μέγα Αρχιτέκτονα του Σύμπαντος), δηλ. τον ίδιο τον Εωσφόρο. Όλα αυτά τι είναι; Είδωλα είναι και πρέπει να πέσουν. Να, λοιπόν, πως, χωρίς να στήνει ο άνθρωπος είδωλα και αγάλματα των δαιμόνων, γίνεται ειδωλολάτρης.

 

Σήμερα μας μίλησε και μας δίδαξε ο άγιος Χαραλάμπης περί ειδωλολατρείας, και μας τόνισε το σύνθημα : Κάτω τα είδωλα!Δεν επιτρέπεται να έλθουμε σε αντίθεση με τον άγιο Χαραλάμπη. Όπως εκείνος μίσησε και κατεφρόνησε τα είδωλα, έτσι κι εμείς, όσοι τον τιμάμε σήμερα, κανείς να μην προσκυνήσει τα είδωλα. 

Ας δώσουμε χαρά στον άγιο Χαραλάμπη. Ο Άγιος Τριαδικός Θεός, διά πρεσβειών του αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Χαραλάμπους του θαυματουργού, ας μας φυλάτει από την παλαιά και σύγχρονη ειδωλολατρεία. Αμήν!





[1] Ψαλμ. 134,15-17.

[2] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 660.

[3] Εφ. 5, 5.

[4] Μτθ. 6, 24.

[5] ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σ. 659.

[6] Γαλ. 4, 8-9. ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Ερμηνεία εις τας ΙΔ΄ επιστολάς του Απ. Παύλου, τ. Β΄, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/κη 1990, σσ. 305-306.